Caritas στη λατινική γλώσσα σημαίνει αγάπη.
H ετυμολογική της προέλευση ανάγεται στην αρχαία ελληνική λέξη κάρα=κεφαλή, που αποτελούσε προσφιλή προσφώνηση των αρχαίων Ελλήνων εκφράζοντας αγάπη, τρυφερότητα, θαυμασμό, ή και τιμή προς ένα άτομο, όπως εμείς χρησιμοποιούμε αντίστοιχα την λέξη καρδιά μου. Π.χ στην τραγωδία του Σοφοκλή «Αντιγόνη» αναφέρεται «ὦ κοινὸν αὐτάδελφον Ἰσμήνης κάρα», που αποδίδεται ως «πολυαγαπημένη μου αδερφή Ισμήνη».
Οι Λατίνοι μιμούμενοι τους αρχαίους Έλληνες ακόμη και σε εκφράσεις, χρησιμοποίησαν σε τραγωδία το «Ο cara conjux», δηλαδή «ὦ συζυγική κεφαλή, ὦ αγαπημένη μου σύζυγε».
Διατηρώντας τη ρίζα οι μετέπειτα ευρωπαϊκές γλώσσες δημιούργησαν πλήθος λέξεων όπως: cher, chérie, caro (αγαπημένος/η), caresse (χάδι), care (φροντίδα), caressing (χαϊδευτικό), cara (πρόσωπο), charité, charity, carita, caridad (φιλανθρωπία) κλπ.